ξεκουρδίζομαι

ξεκουρδίζομαι
ξεκουρδίζομαι και ξεκουρντίζομαι, ξεκουρδίστηκα και ξεκουρντίστηκα, ξεκουρδισμένος και ξεκουρντισμένος βλ. πίν. 34

Τα ρήματα της νέας ελληνικής. 2013.

Игры ⚽ Поможем написать реферат

Look at other dictionaries:

  • ξεκουρντίζομαι — ξεκουρδίζομαι και ξεκουρντίζομαι, ξεκουρδίστηκα και ξεκουρντίστηκα, ξεκουρδισμένος και ξεκουρντισμένος βλ. πίν. 34 …   Τα ρήματα της νέας ελληνικής

  • ξεκουρδίζω — και ξεκουρντίζω 1. χαλαρώνω τις χορδές έγχορδου μουσικού οργάνου ή ελατήριο ρολογιού ή παιχνιδιού 2. (το μέσ.) ξεκουρδίζομαι παύω να είμαι κουρδισμένος ή μένω ακούρδιστος («ξεκουρδίστηκε το πιάνο») 3. μτφ. κουράζομαι υπερβολικά από τον χορό ή το… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”